Kostenloses Online-Wörterbuch Griechisch mit Schwerpunkt auf Fachbegriffen aus Recht und Wirtschaft
Δωρεάν Ελληνο-Γερμανικό Online-λεξικό με έμφαση σε όρους αναφορικά με Νομική και Οικονομία
Definitionen und Übersetzungen für Ausweis im Online-Wörterbuch Deutsch - Griechisch - Deutsch.
Ορισμοί και μεταφράσεις για Ausweis στο online-λεξικό Γερμανικά - Ελληνικά - Γερμανικά.
Suchbegriff / Όρος αναζήτησης: | Übersetzung / Μετάφραση: |
Ausweis |
δελτίο ταυτότητας |
Hilfsweise Wiedergabe nur in lateinischen Buchstaben / Βοηθητική Απόδοση στα Γερμανικά με λατινικά γράμματα | |
Ausweis |
deltío tavtótitas |
Erläuterungen / Σημειώσεις: | |
Keine Erläuterungen gefunden / Δεν βρέθηκαν σημειώσεις | |
Weitere Ergebnisse, welche die Suchphrase enthalten / Άλλα αποτελέσματα που περιέχουν τον όρο αναζήτησης | |
ausweisen |
επιδεικνύω, αποδεικνύω ... |
Ausweismissbrauch |
παράνομη χρήση δελτίου ... |
Ausweispflicht |
υποχρέωση επίδειξης δελτίου ... |
Ausweisung |
απέλαση ... |
Fahrausweis |
εισιτήριο ... |
Identitätsausweis |
δέλτιο ταυτότητας ... |
Personalausweis |
δελτίο αστυνομικής ταυτότητας ... |
απέλαση |
Abschiebung, Ausweisung, Deportation, ... |
δελτίο ταυτότητας |
Ausweis, Personalausweis ... |
επιδεικνύω |
ausweisen, demonstrieren ... |
παράνομη χρήση δελτίου ταυτότητας |
Ausweismissbrauch ... |
υποχρέωση επίδειξης δελτίου ταυτότητας |
Ausweispflicht ... |