Kostenloses Online-Wörterbuch Griechisch mit Schwerpunkt auf Fachbegriffen aus Recht und Wirtschaft
Δωρεάν Ελληνο-Γερμανικό Online-λεξικό με έμφαση σε όρους αναφορικά με Νομική και Οικονομία
Definitionen und Übersetzungen für Bein im Online-Wörterbuch Deutsch - Griechisch - Deutsch.
Ορισμοί και μεταφράσεις για Bein στο online-λεξικό Γερμανικά - Ελληνικά - Γερμανικά.
Suchbegriff / Όρος αναζήτησης: | Übersetzung / Μετάφραση: |
Bein |
πόδι |
Hilfsweise Wiedergabe nur in lateinischen Buchstaben / Βοηθητική Απόδοση στα Γερμανικά με λατινικά γράμματα | |
Bein |
pódi |
Erläuterungen / Σημειώσεις: | |
Keine Erläuterungen gefunden / Δεν βρέθηκαν σημειώσεις | |
Weitere Ergebnisse, welche die Suchphrase enthalten / Άλλα αποτελέσματα που περιέχουν τον όρο αναζήτησης | |
Elfenbeinküste |
Ακτή Ελεφαντοστού ... |
Erbeinsetzung |
εγκατάσταση κληρονόμου ... |
Keilbeinhöhle |
σφηνοειδής κόλπος ... |
x-Beine |
στραβά πόδια ... |
x-beinig |
στραβοπόδης, στραβοκάνης ... |
zufallen |
κλείνω (schließen), περιέρχομαι ... |
Ακτή Ελεφαντοστού |
Elfenbeinküste ... |
εγκατάσταση κληρονόμου |
Erbeinsetzung ... |
σφηνοειδής κόλπος |
Keilbeinhöhle ... |