Kostenloses Online-Wörterbuch Griechisch mit Schwerpunkt auf Fachbegriffen aus Recht und Wirtschaft
Δωρεάν Ελληνο-Γερμανικό Online-λεξικό με έμφαση σε όρους αναφορικά με Νομική και Οικονομία
Definitionen und Übersetzungen für Pate im Online-Wörterbuch Deutsch - Griechisch - Deutsch.
Ορισμοί και μεταφράσεις για Pate στο online-λεξικό Γερμανικά - Ελληνικά - Γερμανικά.
Suchbegriff / Όρος αναζήτησης: | Übersetzung / Μετάφραση: |
Pate |
ανάδοχος, νονός |
Hilfsweise Wiedergabe nur in lateinischen Buchstaben / Βοηθητική Απόδοση στα Γερμανικά με λατινικά γράμματα | |
Pate |
anádochos, nonós |
Erläuterungen / Σημειώσεις: | |
Keine Erläuterungen gefunden / Δεν βρέθηκαν σημειώσεις | |
Weitere Ergebnisse, welche die Suchphrase enthalten / Άλλα αποτελέσματα που περιέχουν τον όρο αναζήτησης | |
Bundespatentgericht |
ομοσπονδιακό δικαστήριο διπλωμάτων ... |
Einspruch |
1. αντίρρηση, διαμαρτυρία, ... |
Patenschaft |
ανάληψη της ιδιότητας ... |
Patent |
δίπλωμα ευρεσιτεχνίας, ευρεσιτεχνία ... |
Patentamt |
Γραφείο Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας ... |
Patentanwalt |
σύμβουλος ευρεσιτεχνιών ... |
Patentanwältin |
σύμβουλος ευρεσιτεχνιών ... |
patentfähig |
ικανός διπλώματος ευρεσιτεχνίας ... |
Patentfähigkeit |
ικανότητα διπλώματος ευρεσιτεχνίας ... |
Patentgericht |
δικαστήριο διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας ... |
Patentgesetz |
νόμος περί διπλωμάτων ... |
patentieren |
κατοχυρώνω με δίπλωμα ... |
Patentinhaber |
κάτοχος διπλώματος ευρεσιτεχνίας ... |
Patentinhaberin |
κάτοχος διπλώματος ευρεσιτεχνίας ... |
Patentrecht |
δίκαιο ευρεσιτεχνίας ... |
Patentverletzung |
παραβίαση διπλώματος ευρεσιτεχνίας ... |
Spaten |
φτυάρι ... |
Vater |
πατέρας, πάτερ / ... |
ανάληψη της ιδιότητας του αναδόχου |
Patenschaft ... |
βαπτιστικό |
Patenkind ... |
Γραφείο Διπλωμάτων |
Ευρεσιτεχνίας Patentamt ... |
δίκαιο ευρεσιτεχνίας |
Patentrecht ... |
δικαστήριο διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας |
Patentgericht ... |
δίπλωμα ευρεσιτεχνίας |
Patent ... |
ευρεσιτεχνία |
Patent ... |
ικανός διπλώματος ευρεσιτεχνίας |
patentfähig ... |
ικανότητα διπλώματος ευρεσιτεχνίας |
Patentfähigkeit ... |
κάτοχος διπλώματος ευρεσιτεχνίας |
Patentinhaberin ... |
κατοχυρώνω με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας |
patentieren ... |
νόμος περί διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας |
Patentgesetz ... |
νονός |
Pate ... |
ομοσπονδιακό δικαστήριο διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας |
Bundespatentgericht ... |
παραβίαση διπλώματος ευρεσιτεχνίας |
Patentverletzung ... |
πάτερ |
Pater, Vater ... |
πατήρ |
Pater, Vater ... |
σύμβουλος ευρεσιτεχνιών |
Patentanwältin ... |
φτυάρι |
Schaufel, Spaten, Schüppe ... |